Αρθρο του ΥΜΑ-Θ Νίκου Τσιαρτσιώνη στην εφημερίδα ‘ΕΞΠΡΕΣ’

ypes press002
ypes press002

Για τη Θεσσαλονίκη και τη Βόρεια Ελλάδα, ειδικότερα η EXPO 2008 αποτελεί την πρόκληση για μία νέα σελίδα ανάπτυξης στην περιοχή. Η Θεσσαλονίκη διαθέτει όλα εκείνα τα οικονομικά και γεωπολιτικά χαρακτηριστικά, που καταστούν την πόλη ένα σημαντικό και υπολογίσιμο “αντίπαλο”. Η Θεσσαλονίκη διαθέτει δύο Πανεπιστήμια, ένα Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα και αποτελεί την έδρα διαφόρων φορέων που ασχολούνται με την έρευνα και την τεχνολογία. Ένδειξη της περαιτέρω δυναμικής θέσης της Θεσσαλονίκης είναι το ότι αποτελεί μια από τις ευρωπαϊκές πόλεις που έχουν ως μόνιμη έδρα τους κεντρικοί φορείς της Ευρωπαϊκής Ένωσης: ανάμεσα τους το Ευρωπαϊκό Κέντρο για την Ανάπτυξη της Απασχόλησης – CEDEFOP, καθώς και η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία για την Ανασυγκρότηση των Βαλκανίων. Η Θεσσαλονίκη διαθέτει επίσης, τη μεγαλύτερη σε έκταση βιομηχανική περιοχή στην Ελλάδα και αποτελεί έδρα διαφόρων φορέων και επιμελητηρίων που κατευθύνουν και διευκολύνουν κάθε ενδιαφερόμενο.

ΠΛΑΙΣΙΟ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

Βασικοί άξονες για τη βιώσιμη ανάπτυξη και τη σταθερότητα του χώρου της Β. Ελλάδας είναι:

1. Η τόνωση της επιχειρηματικότητας με ισχυρά κίνητρα για τις ΜΜΕ και τις επιχειρήσεις με εξαγωγική δραστηριότητα. Η Βόρεια Ελλάδα κινδυνεύει με αποβιομηχάνιση, καθώς οι επιχειρήσεις της απασχολούν πολυάριθμο εργατικό δυναμικό και τα φαινόμενα αποχωροθέτησης παραγωγικών μονάδων, προς τις βαλκανικές χώρες, είναι ήδη έντονα. Ακριβώς με αυτήν την αφετηρία πρέπει οι επιχειρήσεις της να ενισχυθούν, π.χ. στη βάση του “παραγωγικού αντισταθμίσματος”. Ναι στην επιχειρηματική επέκταση στα Βαλκάνια, υπό τον όρο της διατήρησης ή της δημιουργίας ισοδύναμου αποτελέσματος στην παραγωγή και στην απασχόληση στο σημερινό τόπο εγκατάστασης.

2. Η προώθηση των πολιτικών μας για την αναδιάρθρωση του γεωργικού τομέα, που είναι κυρίαρχος σε όλη τη Βόρεια Ελλάδα. Η εθνική πολιτική για την αντιμετώπιση των συνεπειών από τις νέες ρυθμίσεις της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής πρέπει, τουλάχιστον, αναφορικά με τη Βόρεια Ελλάδα, να εξειδικευθεί κατά περιοχές, ενισχύοντας την εδαφική συνοχή και προωθώντας τις ολοκληρωμένες τοπικές παρεμβάσεις, όπως εξάλλου προβλέπεται και από την ίδια τη νέα Κοινοτική Στρατηγική, ενόψει του Δ´ ΚΠΣ.

3. Η προώθηση του παραδοσιακού, αλλά και του εναλλακτικού τουρισμού, όπως είναι η οργάνωση του θαλάσσιου και του ορεινού τουρισμού, αλλά και η παράλληλη ανάπτυξη του αγροτουρισμού είναι ένα από τα ζητήματα αιχμής της περιφερειακής μας πολιτικής. Η Βόρεια Ελλάδα δεν μπορεί να στηρίζει την τουριστική της ανάπτυξη μόνο στο κλασικό πρότυπο “ήλιος και θάλασσα”, ενώ διαθέτει πλούσιους αναξιοποίητους πόρους για τις “νέες” μορφές τουρισμού (χειμερινός, θρησκευτικός, ιαματικός, συνεδριακός, περιπατητικός, αθλητικός, πολιτιστικός τουρισμός).

Θέλουμε να αναδείξουμε το πλούσιο απόθεμα της πολιτιστικής μας κληρονομιάς και να δημιουργήσουμε “θύλακες” ανάπτυξης σε κάθε χωριό, σε κάθε νομό, σε κάθε περιφέρεια, σε κάθε σημείο της Βόρειας Ελλάδας, αξιοποιώντας τη δυναμική κάθε περιοχής, ενισχύοντας το 12μηνο τουρισμό. Πρέπει να συγκροτηθούν κατάλληλα δια-περιφερειακά δίκτυα τουριστικών προορισμών, κλασικού και εναλλακτικού τουρισμού και να αξιοποιηθεί προς το σκοπό αυτόν η δημόσια, ακίνητη, τουριστική περιουσία.

4. Η οικοδόμηση σχέσεων εμπιστοσύνης και μιας νέας οικονομικής συνεργασίας με τις χώρες της Ν.Α Ευρώπης, καθώς αυτές εισέρχονται πλέον σε μία περίοδο δημοκρατικής ομαλότητας και σταθερότητας. Πέραν τούτου, αξιοποιώντας την έδρα του Απόδημου Ελληνισμού, πρέπει να συγκροτηθεί, με σημείο εκκίνησης τη Θεσσαλονίκη, μια εθνική στρατηγική οικονομικής “ολοκλήρωσης” της “αυτόχθονης” και της “απόδημης” επιχειρηματικής δραστηριότητας, που θα προσδώσει αυξημένο δυναμισμό και μεγέθη στην ελληνική διεθνή οικονομική παρουσία.

ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΣ ΣΤΙΣ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΑΓΟΡΕΣ

Η ενίσχυση της εξωστρέφειας της οικονομίας, θα πρέπει να είναι το κυρίαρχο συστατικό για τη Βόρεια Ελλάδα, τη στιγμή που για τη χώρα μας, διαμορφώνεται μια νέα “επαφή”, με την Ευρώπη των 25.

Η Βόρεια Ελλάδα πρέπει να αποτελέσει τον “προμαχώνα της ανάπτυξης”, να αναδείξει όλα τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα, να αποτελέσει έναν ευρύτερο πόλο ανάπτυξης στην περιοχή της ΝΑ Ευρώπης και της Ανατολικής Μεσογείου. Ένα χώρο με ασφάλεια, σύγχρονες υποδομές, νέες δυναμικές, επενδύσεις και περισσότερη εργασία για όλους. Μόνον έτσι θα ανατραπεί η συνεχιζόμενη δημογραφική μείωση και αλλοίωση. Η απελευθέρωση της δυναμικής της πρέπει να αναχθεί σε εθνικό στόχο, διότι η εντεινόμενη ενσωμάτωση και η μελλοντική ένταξη των βαλκανικών χωρών και της Τουρκίας, στην Ευρωπαϊκή Ένωση, κινδυνεύουν να ακυρώσουν τα σημερινά, συγκριτικά πλεονεκτήματα της Βορειοελλαδικής οικονομίας και πρέπει, συνεπώς, να αναδειχθούν, σ´ αυτήν, νέα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα. Με στόχο την ενισχυμένη ανταγωνιστικότητα και εργαλεία τη διασυνοριακή συνεργασία και τη δημιουργία διαπεριφερειακών και διεθνικών δικτύων, η Βόρεια Ελλάδα πρέπει να διαμορφώσει πολύ σύντομα τη δική μας μακροπρόθεσμη αναπτυξιακή στρατηγική. Πρέπει και δικαιούται να μετατραπεί σε ενεργειακό, εμπορευματικό και διαμετακομιστικό κόμβο της ΝΑ Ευρώπης και της Ανατολικής Μεσογείου. Η στρατηγική αυτή είναι περισσότερο από ποτέ άλλοτε αναγκαία, καθώς και οι νέες Κοινοτικές πολιτικές θα είναι στοχευμένες και θα δίνουν έμφαση στην ανταγωνιστικότητα των περιφερειών. Οι τρεις περιφέρειες της Βόρειας Ελλάδας πρέπει να συγκροτηθούν σε δίκτυο, όπου τα στρατηγικά μειονεκτήματα της μιας, θα αντισταθμίζονται από τα στρατηγικά πλεονεκτήματα της άλλης και έτσι όλες μαζί, θα αποκτήσουν, το αναγκαίο – στο σύγχρονο διεθνή οξυμένο ανταγωνισμό – οικονομικό μέγεθος. Κεντρικό πεδίο πρέπει να αποτελέσει η ανάπτυξη της καινοτομίας και η ενσωμάτωσή της στην τοπική παραγωγή, πάλι μέσω δικτυώσεων.

Για τη Θεσσαλονίκη και τη Βόρεια Ελλάδα, ειδικότερα η EXPO 2008 αποτελεί την πρόκληση για μία νέα σελίδα ανάπτυξης στην περιοχή. Η Θεσσαλονίκη διαθέτει όλα εκείνα τα οικονομικά και γεωπολιτικά χαρακτηριστικά, που καταστούν την πόλη ένα σημαντικό και υπολογίσιμο “αντίπαλο”. Η Θεσσαλονίκη διαθέτει δύο Πανεπιστήμια, ένα Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα και αποτελεί την έδρα διαφόρων φορέων που ασχολούνται με την έρευνα και την τεχνολογία. Ένδειξη της περαιτέρω δυναμικής θέσης της Θεσσαλονίκης είναι το ότι αποτελεί μια από τις ευρωπαϊκές πόλεις που έχουν ως μόνιμη έδρα τους κεντρικοί φορείς της Ευρωπαϊκής Ένωσης: ανάμεσα τους το Ευρωπαϊκό Κέντρο για την Ανάπτυξη της Απασχόλησης – CEDEFOP, καθώς και η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία για την Ανασυγκρότηση των Βαλκανίων. Η Θεσσαλονίκη διαθέτει επίσης, τη μεγαλύτερη σε έκταση βιομηχανική περιοχή στην Ελλάδα και αποτελεί έδρα διαφόρων φορέων και επιμελητηρίων που κατευθύνουν και διευκολύνουν κάθε ενδιαφερόμενο.


ΠΛΑΙΣΙΟ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

Βασικοί άξονες για τη βιώσιμη ανάπτυξη και τη σταθερότητα του χώρου της Β. Ελλάδας είναι:

1. Η τόνωση της επιχειρηματικότητας με ισχυρά κίνητρα για τις ΜΜΕ και τις επιχειρήσεις με εξαγωγική δραστηριότητα. Η Βόρεια Ελλάδα κινδυνεύει με αποβιομηχάνιση, καθώς οι επιχειρήσεις της απασχολούν πολυάριθμο εργατικό δυναμικό και τα φαινόμενα αποχωροθέτησης παραγωγικών μονάδων, προς τις βαλκανικές χώρες, είναι ήδη έντονα. Ακριβώς με αυτήν την αφετηρία πρέπει οι επιχειρήσεις της να ενισχυθούν, π.χ. στη βάση του “παραγωγικού αντισταθμίσματος”. Ναι στην επιχειρηματική επέκταση στα Βαλκάνια, υπό τον όρο της διατήρησης ή της δημιουργίας ισοδύναμου αποτελέσματος στην παραγωγή και στην απασχόληση στο σημερινό τόπο εγκατάστασης.

2. Η προώθηση των πολιτικών μας για την αναδιάρθρωση του γεωργικού τομέα, που είναι κυρίαρχος σε όλη τη Βόρεια Ελλάδα. Η εθνική πολιτική για την αντιμετώπιση των συνεπειών από τις νέες ρυθμίσεις της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής πρέπει, τουλάχιστον, αναφορικά με τη Βόρεια Ελλάδα, να εξειδικευθεί κατά περιοχές, ενισχύοντας την εδαφική συνοχή και προωθώντας τις ολοκληρωμένες τοπικές παρεμβάσεις, όπως εξάλλου προβλέπεται και από την ίδια τη νέα Κοινοτική Στρατηγική, ενόψει του Δ´ ΚΠΣ.

3. Η προώθηση του παραδοσιακού, αλλά και του εναλλακτικού τουρισμού, όπως είναι η οργάνωση του θαλάσσιου και του ορεινού τουρισμού, αλλά και η παράλληλη ανάπτυξη του αγροτουρισμού είναι ένα από τα ζητήματα αιχμής της περιφερειακής μας πολιτικής. Η Βόρεια Ελλάδα δεν μπορεί να στηρίζει την τουριστική της ανάπτυξη μόνο στο κλασικό πρότυπο “ήλιος και θάλασσα”, ενώ διαθέτει πλούσιους αναξιοποίητους πόρους για τις “νέες” μορφές τουρισμού (χειμερινός, θρησκευτικός, ιαματικός, συνεδριακός, περιπατητικός, αθλητικός, πολιτιστικός τουρισμός).

Θέλουμε να αναδείξουμε το πλούσιο απόθεμα της πολιτιστικής μας κληρονομιάς και να δημιουργήσουμε “θύλακες” ανάπτυξης σε κάθε χωριό, σε κάθε νομό, σε κάθε περιφέρεια, σε κάθε σημείο της Βόρειας Ελλάδας, αξιοποιώντας τη δυναμική κάθε περιοχής, ενισχύοντας το 12μηνο τουρισμό. Πρέπει να συγκροτηθούν κατάλληλα δια-περιφερειακά δίκτυα τουριστικών προορισμών, κλασικού και εναλλακτικού τουρισμού και να αξιοποιηθεί προς το σκοπό αυτόν η δημόσια, ακίνητη, τουριστική περιουσία.

4. Η οικοδόμηση σχέσεων εμπιστοσύνης και μιας νέας οικονομικής συνεργασίας με τις χώρες της Ν.Α Ευρώπης, καθώς αυτές εισέρχονται πλέον σε μία περίοδο δημοκρατικής ομαλότητας και σταθερότητας. Πέραν τούτου, αξιοποιώντας την έδρα του Απόδημου Ελληνισμού, πρέπει να συγκροτηθεί, με σημείο εκκίνησης τη Θεσσαλονίκη, μια εθνική στρατηγική οικονομικής “ολοκλήρωσης” της “αυτόχθονης” και της “απόδημης” επιχειρηματικής δραστηριότητας, που θα προσδώσει αυξημένο δυναμισμό και μεγέθη στην ελληνική διεθνή οικονομική παρουσία.

ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΣ ΣΤΙΣ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΑΓΟΡΕΣ

Η ενίσχυση της εξωστρέφειας της οικονομίας, θα πρέπει να είναι το κυρίαρχο συστατικό για τη Βόρεια Ελλάδα, τη στιγμή που για τη χώρα μας, διαμορφώνεται μια νέα “επαφή”, με την Ευρώπη των 25.

Η Βόρεια Ελλάδα πρέπει να αποτελέσει τον “προμαχώνα της ανάπτυξης”, να αναδείξει όλα τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα, να αποτελέσει έναν ευρύτερο πόλο ανάπτυξης στην περιοχή της ΝΑ Ευρώπης και της Ανατολικής Μεσογείου. Ένα χώρο με ασφάλεια, σύγχρονες υποδομές, νέες δυναμικές, επενδύσεις και περισσότερη εργασία για όλους. Μόνον έτσι θα ανατραπεί η συνεχιζόμενη δημογραφική μείωση και αλλοίωση. Η απελευθέρωση της δυναμικής της πρέπει να αναχθεί σε εθνικό στόχο, διότι η εντεινόμενη ενσωμάτωση και η μελλοντική ένταξη των βαλκανικών χωρών και της Τουρκίας, στην Ευρωπαϊκή Ένωση, κινδυνεύουν να ακυρώσουν τα σημερινά, συγκριτικά πλεονεκτήματα της Βορειοελλαδικής οικονομίας και πρέπει, συνεπώς, να αναδειχθούν, σ´ αυτήν, νέα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα. Με στόχο την ενισχυμένη ανταγωνιστικότητα και εργαλεία τη διασυνοριακή συνεργασία και τη δημιουργία διαπεριφερειακών και διεθνικών δικτύων, η Βόρεια Ελλάδα πρέπει να διαμορφώσει πολύ σύντομα τη δική μας μακροπρόθεσμη αναπτυξιακή στρατηγική. Πρέπει και δικαιούται να μετατραπεί σε ενεργειακό, εμπορευματικό και διαμετακομιστικό κόμβο της ΝΑ Ευρώπης και της Ανατολικής Μεσογείου. Η στρατηγική αυτή είναι περισσότερο από ποτέ άλλοτε αναγκαία, καθώς και οι νέες Κοινοτικές πολιτικές θα είναι στοχευμένες και θα δίνουν έμφαση στην ανταγωνιστικότητα των περιφερειών. Οι τρεις περιφέρειες της Βόρειας Ελλάδας πρέπει να συγκροτηθούν σε δίκτυο, όπου τα στρατηγικά μειονεκτήματα της μιας, θα αντισταθμίζονται από τα στρατηγικά πλεονεκτήματα της άλλης και έτσι όλες μαζί, θα αποκτήσουν, το αναγκαίο – στο σύγχρονο διεθνή οξυμένο ανταγωνισμό – οικονομικό μέγεθος. Κεντρικό πεδίο πρέπει να αποτελέσει η ανάπτυξη της καινοτομίας και η ενσωμάτωσή της στην τοπική παραγωγή, πάλι μέσω δικτυώσεων.

Προηγούμενο άρθροΣυνέντευξη ΥΜΑ-Θ Νίκου Τσιαρτσιώνη στην εφημερίδα “City Press” και στο δημοσιογράφο Μακάριο Λαζαρίδη
Επόμενο άρθροΑρθρο του ΥΜΑ-Θ Νίκου Τσιαρτσιώνη στην εφημερίδα ‘Ναυτεμπορική’