ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Το Διοικητήριο της Θεσσαλονίκης οικοδομήθηκε το 1891 και αποτελεί τη σημαντικότερη ανέγερση της οθωμανικής διοίκησης στον ελλαδικό χώρο. Είναι ένα από τα πιο επιβλητικά κτήρια της Θεσσαλονίκης και τόσο λόγω του μεγέθους του, όσο και λόγω της θέσης του, αποτελεί ένα από τα γνωστότερα τοπόσημα της πόλης. Ο σχεδιασμός και η κατασκευή του ανατέθηκαν στον αρχιτέκτονα Βιταλιάνο Ποζέλλι, ο οποίος είχε σπουδάσει στην αρχιτεκτονική σχολή της Ρώμης και εργαζόταν στην Κωνσταντινούπολη, ως αρχιτέκτονας του σουλτάνου. Έργα του ιδίου είναι επίσης η Βίλλα Αλλατίνη, το κτίριο της Παλαιάς Φιλοσοφικής Σχολής κ.α..
Καταλαμβάνει ένα ολόκληρο οικοδομικό τετράγωνο και αποτελεί ένα τεράστιο τεχνικό έργο, ακόμη και για τα σημερινά δεδομένα. Το συνολικό αποτύπωμά του, χωρίς το αίθριο, καταλαμβάνει έκταση περίπου 2.262 τ.μ. και το συνολικό εμβαδό στις 5 στάθμες ξεπερνά τα 11.000 τ.μ..
Χτίστηκε λίγο νοτιότερα από το παλιό κονάκι, το οποίο εικάζεται ότι ανεγέρθηκε στα ερείπια ενός βυζαντινού παλατιού. Για μία τόσο μεγάλη κατασκευή, μπορεί κανείς να φανταστεί ότι έγιναν τεράστιας κλίμακας επεμβάσεις στην ευρύτερη περιοχή. Όταν ολοκληρώθηκε το έργο, οι Τούρκοι ενθουσιάστηκαν και ανέθεσαν εν λευκώ στον Ποζέλλι να το επιπλώσει και να το διακοσμήσει, όπως αυτός ήθελε. Ο έμπειρος αρχιτέκτονας επιθυμούσε το συγκεκριμένο οικοδόμημα να αποπνέει μία σπάνια πολυτέλεια και μεγαλοπρέπεια, γι’ αυτό το διακόσμησε με αντικείμενα που έφερε από διάφορα μέρη, όπως Κωνσταντινούπολη, Βυρητό, Βενετία.
Η συγκεκριμένη κατασκευαστική δομή εμπεριέχει στοιχεία νεοκλασικιστικής και αναγεννησιακής αρχιτεκτονικής, τριμερή κατάτμηση επιπέδων, συμμετρία και κανονικότητα, ψευδοκίονες και εξέχουσες κορνίζες. Πρόκειται για ένα ορθογώνιο κτήριο, οργανωμένο γύρω από ένα κεντρικό εσωτερικό αίθριο, το οποίο δημιουργήθηκε με τη λογική του αερισμού και του φυσικού φωτισμού των χώρων. Αποτελείται από 5 στάθμες, εκ των οποίων οι τέσσερις ακολουθούν τις βασικές επιλογές του αρχικού σχεδιασμού. Η πέμπτη στάθμη προστέθηκε το 1954, στο πλαίσιο εκτεταμένων επεμβάσεων ανακαίνισης, κατά την οποία διατηρηθήκαν τα βασικά ξύλινα δομικά στοιχεία της στέγης, ενδεικτικό της άριστης ποιότητας της αρχικής κατασκευής. Η συγκεκριμένη επέκταση προέκυψε από την αυξημένη ανάγκη σε χώρους στέγασης επιπλέον διοικητικών υπηρεσιών με την πάροδο των ετών. Μοιραία λοιπόν, η αρχιτεκτονική ομοιομορφία των προηγούμενων ορόφων, με τα ψηλοτάβανα και ευρύχωρα γραφεία, κατά μήκος μόνο της μιας πλευράς του διαδρόμου, δεν υιοθετήθηκε κατά την κατασκευή της πέμπτης στάθμης, όπου προτιμήθηκε η λύση μικρότερης ωφέλιμης επιφάνειας, αλλά περισσότερων γραφειακών χώρων εκατέρωθεν του διαδρόμου. Αξίζει να αναφερθεί ότι το αρχικό αέτωμα της πρόσοψης ήταν στυλ οθωμανικού μπαρόκ και αντικαταστάθηκε από τριγωνικό αέτωμα, μετά το πέρας των εργασιών ανακαίνισης το 1954.
Στο Διοικητήριο υπάρχουν 4 πύλες εισόδου, στα ανατολικά, δυτικά, βόρεια και νότια. Οι υπάλληλοι και οι πολίτες στις μέρες μας εξυπηρετούνται μόνο από την ανατολική πύλη. Οι υπόλοιπες τρεις πύλες εισόδου παραμένουν ανενεργές. Στο εσωτερικό του κτιρίου οι εργαζόμενοι και οι πολίτες εξυπηρετούνται από 3 κλιμακοστάσια και 2 ανελκυστήρες. Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι το κεντρικό νότιο κλιμακοστάσιο, όπου και η κεντρική είσοδος, καταλήγει στη στάθμη του δεύτερου ορόφου, τονίζοντας έτσι την χρήση των εκεί χώρων, όπου σήμερα στεγάζονται το πολιτικό γραφείο του Υφυπουργού Εσωτερικών (Τομέας Μακεδονίας και Θράκης) και το Πρωθυπουργικό Γραφείο Θεσσαλονίκης.
Το εμβληματικό αυτό οικοδόμημα έχει χαρακτηριστεί ιστορικά διατηρητέο μνημείο, οπότε οποιαδήποτε επέμβαση καθίσταται αναγκαία να πραγματοποιείται πάντοτε με γνώμονα τη διαφύλαξη της αρχιτεκτονικής του ταυτότητας.
Μπροστά από το κτήριο υπήρχε μνημειώδης μαρμάρινη πλατεία, η οποία κατασκευάστηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1930 σε 2 επίπεδα. Το κάτω επίπεδο είχε αξιοποιηθεί ως <<γήπεδο ποδοσφαίρου>> για τα παιδιά της γειτονιάς. Οι ανασκαφές στο χώρο αυτό της πλατείας αποκάλυψαν ερείπια της ελληνιστικής και βυζαντινής εποχής.
Το Διοικητήριο ανέκαθεν αποτελούσε το επίκεντρο πολιτικών και κοινωνικών γεγονότων της Θεσσαλονίκης στη διάρκεια του εικοστού αιώνα. Σήμερα συνεχίζει να κατέχει σημαντικό ρόλο στη ζωή της πόλης της Θεσσαλονίκης αλλά και της Μακεδονίας και Θράκης, καθώς πολιτικοί, επαγγελματικοί και κοινωνικοί φορείς συμμετέχουν σε συσκέψεις και συναντήσεις στους χώρους του.
ΧΡΗΣΗ
Ήταν η έδρα του βαλή (οθωμανού διοικητή) της Θεσσαλονίκης και στέγαζε όλες τις δημόσιες υπηρεσίες εκείνης της εποχής, όπως το δημοτολόγιο, το υποθηκοφυλακείο, το λογιστήριο, το κτηματολόγιο, το ειρηνοδικείο, την αίθουσα του νομαρχιακού συμβουλίου, τη διεύθυνση εξωτερικών υποθέσεων, τη διεύθυνση αστυνομίας και χωροφυλακής, το πρωτοδικείο, το εμποροδικείο και το ιεροδικείο. Αποτελούσε το διοικητικό κέντρο της πόλης και περιμετρικά σε αυτό ήταν χτισμένα ένα τζαμί, στο οποίο έγινε η περιβόητη σφαγή των προξένων της Γερμανίας και της Γαλλίας το 1876, ένα λουτρό, τα διαμερίσματα του χαρεμιού, αστυνομικές αρχές, φυλακές, στάβλοι και τηλεγραφικό κέντρο.
Το 1907 στεγάστηκε σε αυτό η οθωμανική νομική σχολή.
Το 1911 διέμενε ο σουλτάνος Μεχμέτ ο 5ος στο πέρασμά του από την πόλη.
Στις 26.10.1912, στο Διοικητήριο λαμβάνει χώρα η υπογραφή του πρωτοκόλλου παράδοσης της Θεσσαλονίκης μεταξύ του στρατηγού των οθωμανών Χασάν Ταχσίν Πασά και του ελληνικού στρατού.
Από το 1912 έως το 1929 στεγάστηκε η Γενική Διοίκηση Μακεδονίας.
Από το 1974 έως το 1988 στεγάστηκε το Υπουργείο Βορείου Ελλάδος.
Από το 1988 έως το 2009 στεγάστηκε το Υπουργείο Μακεδονίας – Θράκης.
Από το 2009 έως το 2012 αποτέλεσε την έδρα της Γενικής Γραμματείας Μακεδονίας – Θράκης.
Το 2012 έως το 2015 επανιδρύθηκε ως Υπουργείο Μακεδονίας και Θράκης, ενώ από το 2015 μέχρι σήμερα αποτελεί την έδρα του Υπουργείου Εσωτερικών (Τομέας Μακεδονίας και Θράκης).
Επιπροσθέτως, στο Διοικητήριο στεγάζονται το ΚΕ.Δ.Α.Κ. (Κέντρο Διαφύλαξης Αγιορείτικης Κληρονομιάς), το γραφείο της Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ., γραφείο του Ν.Σ.Κ., γραφείο του Δ.Ο.Α.Τ.Α.Π., καθώς και διάφορες άλλες διοικητικές υπηρεσίες και γραφεία των Υπουργείων Οικονομικών, Δικαιοσύνης, Εξωτερικών, Παιδείας κ.α..