Αρθρο του ΥΜΑ-Θ κ. Νίκου Τσιαρτσιώνη στο περιοδικό του Β.Ε.Θ.(Βιοτεχνικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης)

ypes press002
ypes press002

Η ΕΛΛΑΔΑ ΣΤΗ ΔΙΕΥΡΥΜΕΝΗ ΕΥΡΩΠΗ

Την 1η Μαϊου του 2004, δέκα νέες χώρες έγιναν πλήρη μέλη της Ε.Ε., στη μεγαλύτερη διεύρυνση που έγινε ποτέ. Οι «πύλες» της ευρωπαϊκής οικογένειας άνοιξαν για την Κύπρο, την Εσθονία, τη Λετονία, τη Λιθουανία, τη Μάλτα, την Ουγγαρία, την Πολωνία, την Ουγγαρία, τη Σλοβενία, τη Σλοβακία και την Τσεχία. Η έκταση της Ένωσης απλώνεται προς τα φυσικά σύνορα της Ηπείρου μας. Η είσοδος των δέκα νέων χωρών διαμορφώνει ένα νέο σκηνικό: Πιο σύνθετο, πιο ανταγωνιστικό, αλλά και πιο ελπιδοφόρο για όλους μας.

Το γεγονός, καταγράφεται στην ιστορική διαδρομή της Ε.Ε. ως ορόσημο. Σηματοδοτεί τη νέα εποχή που διανύει η Γηραιά Ήπειρος, απαλλαγμένη από μία τεχνητή διαίρεση, ενώ παράλληλα, καταδεικνύει τις νέες προοπτικές αλλά και τις σημαντικές προκλήσεις που έχουν μπροστά τους οι λαοί της Ευρώπης.

Η Ευρώπη αναδεικνύεται σε έναν από τους ισχυρότερους οικονομικούς, πολιτικούς και κοινωνικούς πόλους παγκοσμίως: μία ενιαία αγορά 500 εκατομμυρίων πολιτών, με διασφαλισμένη την ειρήνη, την ασφάλεια, τη σταθερότητα, με προσήλωση στις αρχές και τις αξίες της ελευθερίας του ανθρώπου και των θεμελιωδών δικαιωμάτων του. Ένα πολύ-πολιτισμικό οικοδόμημα που στηρίζεται στην «ανοχή του διαφορετικού» και στην «υπεροχή του συλλογικού», στη συμπόρευση, τη συνεργασία και την αλληλοκατανόηση.

Μέσα σε αυτή την πλούσια «δεξαμενή» της Ευρώπης, που γεμίζει από νέες ιδέες, σκέψεις, στόχους και οράματα, οι ευκαιρίες για όλους βρίσκονται μπροστά μας, όχι σε έναν απροσδιόριστο χρονικό ορίζοντα, αλλά στο κοντινό μας  μέλλον. 

Σε μία ενιαία και ελεύθερη αγορά, όπως αυτή της διευρυμένης Ευρώπης, οι ευκαιρίες για νέες επιχειρηματικές δράσεις και συνεργασίες είναι τεράστιες, ειδικά με τα νέα κράτη – μέλη. Με δεδομένο ότι η επιχειρηματικότητα στα παλαιά κράτη – μέλη διέπεται από μία παγιωμένη αναπτυξιακή στόχευση (σε ένα εγγυημένη θεσμικό περιβάλλον), το επιχειρηματικό ενδιαφέρον, για επενδύσεις στα νέα κράτη-μέλη αλλά και στις συνοριακές χώρες της Ε.Ε., είναι ιδιαίτερα έντονο, καθώς οι επικρατούσες συνθήκες είναι πολύ ευνοϊκές.  

Αφενός μεν, το οικονομικό κόστος για επενδύσεις παραμένει χαμηλό, αφετέρου δε, οι χώρες αυτές επιδιώκουν την επιχειρηματική συνεργασία προσαρμόζοντας τις πολιτικές τους με το «ευρωπαϊκό κεκτημένο».Το χαμηλό εργατικό κόστος, οι ραγδαία εξελισσόμενες αγορές, το ελαφρύ δασμολογικό και φορολογικό καθεστώς που ισχύει, η εγγύτητά των χωρών αυτών με απόμακρες αγορές (όπως αυτές της Ρωσίας, της Μέσης Ανατολής και της Ανατολικής Μεσογείου), αποτελούν  συγκριτικά πλεονεκτήματα αλλά και κίνητρα για ποικίλα επιχειρηματικά ανοίγματα.

Η χρονική συγκυρία, ισχυροποιεί όσο ποτέ τη γεωστρατηγική θέση της χώρας μας αναδεικνύοντάς την Ελλάδα σε κέντρο διασυνοριακής επιχειρηματικής συνεργασίας και προώθησης επιχειρηματικών δράσεων και πρωτοβουλιών. Η Ελλάδα είναι το μοναδικό κράτος-μέλος της Ε.Ε. στην περιοχή της   ΝΑ Ευρώπης. Η χώρα μας διαθέτει μεγάλη εμπειρία σε θέματα ευρωπαϊκής πολιτικής και προσαρμογής με το «ευρωπαϊκό  κεκτημένο». 

Παράλληλα, η επενδυτική δραστηριότητα των ελληνικών επιχειρήσεων στη ΝΑ Ευρώπη παρουσιάζει μία αξιόλογη δυναμική. Οι προοπτικές αυτές δημιουργούν ένα σταθερό περιβάλλον οικονομικής συνεργασίας με τις γειτονικές χώρες που επιδιώκουν την ευρωπαϊκή τους προοπτική, όσο και με τις νεοεισελθείσες στην Ε.Ε.

Το 2008, η Βουλγαρία και η Ρουμανία θα ενταχθούν στην Ενωμένη Ευρώπη. Τα βόρεια σύνορα της χώρας μας θα ανοίξουν και θα διευρυνθούν. Η περιοχή θα γίνει ακόμη περισσότερο «προσπελάσιμη» προσφέροντας τις κατάλληλες συνθήκες ενός «ενιαιοποιημένου» χώρου με προοπτικές περαιτέρω οικονομικής και επιχειρηματικής συνεργασίας,  στη βάση του αμοιβαίου οφέλους.

Κύριος στόχος της χώρας μας είναι η διεύρυνση και εμβάθυνση της συνεργασίας με τις γειτονικές χώρες αλλά και η υποστήριξη της ευρωπαϊκής τους προοπτικής. Η ΝΑ Ευρώπη μπορεί και πρέπει να αποτελέσει μία περιοχή σταθερότητας, ασφάλειας και ευημερίας. Η Ελλάδα είναι από τις ευρωπαϊκές χώρες που πρωτοστατούν στην  προώθηση και υλοποίηση της ιδέας για τη Βαλκανική και Παρευξείνια συμπόρευση και συνεργασία σε όλους τους τομείς.

Ο ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΣ ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ & ΘΡΑΚΗΣ

Μέσα σε αυτό το συνεχώς εξελισσόμενο ευρωπαϊκό περιβάλλον η περιοχή της Μακεδονίας και Θράκης μπορεί να διαδραματίσει ένα σημαντικό αναπτυξιακό ρόλο ως «γέφυρα» Ανατολής – Δύσης και Βορρά – Νότου.
Πρέπει να συμφωνήσουμε μεταξύ μας, Πολιτεία και Φορείς, σε ένα σαφές Στρατηγικό Σχέδιο Ανάπτυξης, άμεσης εφαρμογής.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με το Δ´ ΚΠΣ  προωθεί σημαντικές αλλαγές στην περιφερειακή της πολιτική και στα αναπτυξιακά προγράμματα της περιόδου 2007 – 2013:

· Συνυπευθυνότητα Επιτροπής και κράτους – μέλους στο σχεδιασμό της αναπτυξιακής στρατηγικής
· Ετήσιος έλεγχος της στρατηγικής από κοινού με την Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
· «Στόχευση» των Προγραμμάτων (σε αντίθεση με τη σημερινή “εκ-των-κάτω” δόμησή τους με βάση «επιθυμητά» έργα και δράσεις)
· Δημιουργία Κοινοτικού Αποθεματικού Επίδοσης κ.α.

Το βασικό συμπέρασμα από μία πρώτη ανάλυση των αλλαγών είναι ότι, εκ των πραγμάτων, οι επικείμενες αλλαγές  ωθούν ισχυρές περιφερειακές στρατηγικές ανάπτυξης και πρέπει να προετοιμαστούμε.

Οι πολίτες θέλουν να απελευθερώσουν τη δυναμική τους, ώστε η περιοχή να καταστεί ο κεντροβαρής αναπτυξιακός πόλος, μιας μεγάλης ενδοχώρας, που συμπεριλαμβάνει τη Νοτιοανατολική Ευρώπη και, γιατί όχι και την Παρευξείνια Ζώνη.

Η Βόρεια Ελλάδα πρέπει να αποτελέσει τον «προμαχώνα της ανάπτυξης», να αναδείξει όλα τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα, να αποτελέσει έναν ευρύτερο πόλο ανάπτυξης στην περιοχή της ΝΑ Ευρώπης και της Ανατολικής Μεσογείου.

Ένας χώρος με ασφάλεια, σύγχρονες υποδομές, νέες δυναμικές, επενδύσεις και περισσότερη εργασία για όλους. Μόνον έτσι θα ανατραπεί η συνεχιζόμενη δημογραφική μείωση και αλλοίωση.

Με στόχο την ενισχυμένη ανταγωνιστικότητα και εργαλεία τη διασυνοριακή συνεργασία και την δημιουργία διαπεριφερειακών και διεθνικών δικτύων, η Βόρεια Ελλάδα πρέπει να διαμορφώσει πολύ σύντομα τη δική της μακροπρόθεσμη αναπτυξιακή στρατηγική.

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

H επίτευξη της μέγιστης δυνατής οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης προϋποθέτει:
α. Την ουσιαστική ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας.
β. Τη βελτίωση της ελκυστικότητας της χώρας και των επιμέρους περιφερειών της σε επενδύσεις και επιχειρηματικές πρωτοβουλίες από το εσωτερικό και από το εξωτερικό.
γ. Την ενίσχυση της εξωστρέφειας της οικονομίας.
Oι τρεις αυτοί ενδιάμεσοι στόχοι είναι τόσο σημαντικοί και τόσο αναγκαίοι, ώστε χωρίς την επίτευξή τους δεν μπορούμε να έχουμε ούτε διατηρήσιμη οικονομική ανάπτυξη, ούτε σταθερή μείωση της ανεργίας, ούτε ουσιαστική βελτίωση του βιοτικού επιπέδου του πληθυσμού, ούτε, τέλος, δυνατότητα εφαρμογής μιας αποτελεσματικής κοινωνικής πολιτικής. Καμιά αξιόλογη οικονομική και κοινωνική πρόοδος δεν μπορεί να επιτευχθεί, χωρίς τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας και χωρίς την πραγματοποίηση σημαντικών επενδύσεων στους παραγωγικούς κλάδους της οικονομίας και, κυρίως, σε εκείνους που έχουν έντονο εξαγωγικό προσανατολισμό.

Η Βόρεια Ελλάδα πρέπει και δικαιούται να μετατραπεί σε ενεργειακό, εμπορευματικό και διαμετακομιστικό κόμβο της ΝΑ Ευρώπης και της Ανατολικής  Μεσογείου. 

Η στρατηγική αυτή είναι περισσότερο από ποτέ άλλοτε αναγκαία, καθώς οι νέες Κοινοτικές πολιτικές θα είναι στοχευμένες και θα δίνουν έμφαση στην ανταγωνιστικότητα των Περιφερειών. 

Οι τρεις Περιφέρειες της Βόρειας Ελλάδας πρέπει να συγκροτηθούν σε δίκτυο, όπου τα στρατηγικά μειονεκτήματα της μιας, θα αντισταθμίζονται από τα στρατηγικά πλεονεκτήματα της άλλης, δια του οποίου, όλες μαζί ,θα αποκτήσουν, το αναγκαίο-στον σύγχρονο διεθνή οξυμένο ανταγωνισμό-οικονομικό μέγεθος.

Κεντρικό πεδίο πρέπει να αποτελέσει η ανάπτυξη της καινοτομίας και η ενσωμάτωση της στην τοπική παραγωγή, πάλι μέσω δικτυώσεων.

Για την αντιμετώπιση των συσσωρευμένων  προβλημάτων αλλά και την υλοποίηση των νέων στρατηγικών μας στόχων, θα εφαρμόσουμε μια νέα πολιτική που θα χαρακτηρίζεται από όραμα αλλά και ρεαλισμό.

ΟΙ ΑΞΟΝΕΣ ΤΗΣ ΒΙΩΣΙΜΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

Βασικοί άξονες αυτής της νέας πολιτικής για τη βιώσιμη ανάπτυξη και τη σταθερότητα του χώρου της Β. Ελλάδος είναι:

1ος ) Η τόνωση της επιχειρηματικότητας με ισχυρά κίνητρα για τις ΜΜΕ και τις επιχειρήσεις με εξαγωγική δραστηριότητα. Η Βόρεια Ελλάδα κινδυνεύει με αποβιομηχάνιση καθώς οι επιχειρήσεις της απασχολούν πολυάριθμο εργατικό δυναμικό και τα φαινόμενα απο-χωροθέτησης παραγωγικών μονάδων, προς τις βαλκανικές χώρες, είναι ήδη έντονα.  Ακριβώς με αυτήν την αφετηρία πρέπει οι επιχειρήσεις της να ενισχυθούν π.χ. στη βάση του “παραγωγικού αντισταθμίσματος”: Ναι στην επιχειρηματική επέκταση στα Βαλκάνια, υπό τον όρο της διατήρησης ή της δημιουργίας ισοδύναμου αποτελέσματος στην παραγωγή και στην απασχόληση στο σημερινό τόπο εγκατάστασης.

2ος )Η προώθηση των πολιτικών μας για την αναδιάρθρωση του γεωργικού τομέα, που είναι κυρίαρχος σε όλη τη Βόρεια Ελλάδα. Η εθνική πολιτική για την αντιμετώπιση των συνεπειών από τις νέες ρυθμίσεις της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής πρέπει, τουλάχιστον, αναφορικά ως προς τη Βόρεια Ελλάδα, να εξειδικευθεί κατά περιοχές, ενισχύοντας την εδαφική συνοχή και προωθώντας τις ολοκληρωμένες τοπικές παρεμβάσεις, όπως εξάλλου προβλέπεται και από την ίδια τη νέα Κοινοτική στρατηγική, ενόψει του Δ’ ΚΠΣ.

3ος )Η προώθηση του παραδοσιακού, αλλά και του εναλλακτικού  τουρισμού, όπως είναι η οργάνωση του θαλάσσιου και του ορεινού τουρισμού, αλλά και η παράλληλη ανάπτυξη του  αγροτοτουρισμού είναι ένα από τα ζητήματα αιχμής της περιφερειακής μας πολιτικής. Η Βόρεια Ελλάδα δεν μπορεί να στηρίζει την τουριστική της ανάπτυξη, μόνον, στο κλασσικό πρότυπο “ήλιος και θάλασσα”, ενώ διαθέτει πλούσιους αναξιοποίητους πόρους για τις “νέες” μορφές τουρισμού (χειμερινός, θρησκευτικός, ιαματικός, συνεδριακός, περιπατητικός, αθλητικός, πολιτιστικός τουρισμός). Θέλουμε να αναδείξουμε το πλούσιο απόθεμα της πολιτιστικής μας κληρονομιάς και να δημιουργήσουμε «θύλακες» ανάπτυξης σε κάθε χωριό, σε κάθε νόμο, σε κάθε περιφέρεια, σε κάθε σημείο της Βόρειας Ελλάδας, αξιοποιώντας τη δυναμική κάθε περιοχής, ενισχύοντας τον 12μηνο τουρισμό.  Πρέπει να συγκροτηθούν κατάλληλα δια-περιφερειακά δίκτυα τουριστικών προορισμών, κλασικού και εναλλακτικού τουρισμού, και να αξιοποιηθεί προς τον σκοπό αυτό η δημόσια, ακίνητη, τουριστική περιουσία.

4ος )Η οικοδόμηση σχέσεων εμπιστοσύνης και μιας νέας οικονομικής συνεργασίας με τις χώρας της Ν.Α. Ευρώπης, καθώς αυτές εισέρχονται πλέον σε μία περίοδο δημοκρατικής ομαλότητας και σταθερότητας . Πέραν τούτου, αξιοποιώντας την έδρα του Απόδημου Ελληνισμού, πρέπει να συγκροτηθεί, με σημείο εκκίνησης τη Θεσσαλονίκη, μια εθνική στρατηγική οικονομικής “ολοκλήρωσης” της “αυτόχθονος” και της “απόδημης” επιχειρηματικής δραστηριότητας, που θα προσδώσει αυξημένο δυναμισμό και μεγέθη στην ελληνική διεθνή οικονομική παρουσία.

Η ενίσχυση της εξωστρέφειας της οικονομίας, θα πρέπει να είναι το κυρίαρχο συστατικό για τη Βόρεια Ελλάδα, τη στιγμή που για τη χώρα μας, διαμορφώνεται μια νέα «επαφή», με την Ευρώπη των 25.

Η ΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ EXPO 2008

Η  Θεσσαλονίκη, η Βόρεια Ελλάδα και η ΝΑ Ευρώπη, διεκδικούν με αξιώσεις, να αναλάβουν τη διοργάνωση της Παγκόσμιας Έκθεσης του 2008. Το Διεθνές Γραφείο Εκθέσεων δηλώνει πως θέλει να στραφεί με ιδιαίτερο ενδιαφέρον προς την περιοχή, αναγνωρίζοντας πως δεν αποτελεί πλέον μέρος του προβλήματος, αλλά κόμβο ελπίδας και ανάπτυξης.

Ο Πρωθυπουργός της χώρας, αλλά και σύσσωμη η πολιτική ηγεσία, διαβεβαίωσαν τη Διεθνή Εξεταστική Επιτροπή πως υπάρχει η βούληση, η οικονομική και πολιτική δυνατότητα, ούτως ώστε να διοργανωθεί στη Θεσσαλονίκη το 2008 μια έκθεση σταθμός στο θεσμό των Παγκόσμιων Εκθέσεων. Το θέμα της πρότασης της Θεσσαλονίκης: «Μητέρα Γη- Terra Mater, Γνώση της γης , Γεωργία, Διατροφή».

Αυτό είναι το όραμα για το κοινό μας αύριο. Η Θεσσαλονίκη και η ευρύτερη περιοχή της ΝΑ Ευρώπης και της Μεσογείου, να βρεθεί στο επίκεντρο του παγκόσμιου ενδιαφέροντος αναζητώντας την ελπίδα και την πρόταση για τα δυσεπίλυτα προβλήματα της προστασίας της γης, του πλανήτη μας, της ανθρώπινης ζωής και αξιοπρέπειας, της καταπολέμησης της πείνας και της ανέχειας.

Η απόφαση για την ανάθεση της EXPO 2008 θα ληφθεί με ψηφοφορία μεταξύ των 92 χωρών που είναι μέλη του Διεθνούς Γραφείου Εκθέσεων, το Δεκέμβριο του 2004.

Ζητούμε τη στήριξη από όλους τους λαούς και τις κυβερνήσεις της Νοτιοανατολικής Ευρώπης για να έρθει αυτή η παγκόσμιας σημασίας διοργάνωση στη Θεσσαλονίκη. Και μετά για τέσσερα χρόνια, μέχρι την Πρωτομαγιά του 2008, θα κτίσουμε σε στενή συνεργασία ένα κοινό όραμα για την αειφόρο χρήση των φυσικών πόρων, για την γεωργία και τη διατροφή.

Θα σχεδιάσουμε και θα συνδιοργανώσουμε γεγονότα,  πρωτοβουλίες  και εφαρμόσιμες πολιτικές που αποτελούν πλέον αδήριτη ανάγκη για την περιοχή, δίνοντας λύσεις και διεξόδους σε χρονίζοντα προβλήματα. 

Πεποίθηση όλων είναι να οικοδομούμε την κοινή πορεία και την ανάπτυξη αλληλεγγύης και αλληλοκατανόησης ανάμεσα στους πολίτες των χωρών της περιοχής.

Προηγούμενο άρθροΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΥΜΑ-Θ ΝΙΚΟΥ ΤΣΙΑΡΤΣΙΩΝΗ 4/5/2004
Επόμενο άρθροΣυνέντευξη στο περιοδικό “Τεχνογράφημα” στη δημοσιογράφο Αλεξάνδρα Γούτα