
Συνέντευξη του ΥΜΑΘ Κωνσταντίνου Π. Γκιουλέκα στην εφημερίδα “Θεσσαλονίκη” και την δημοσιογράφο Ευτυχία Βατάλη
(01-02-2025)
Έδρα Μεγάλου Αλεξάνδρου και Κέντρο Αριστοτέλη στο ΑΠΘ
Για το όραμά του για την Μακεδονία και την Θράκη, αλλά και τον ρόλο του ΥΜΑΘ στις τεράστιες προοπτικές ανάπτυξης του βορειοελλαδικού χώρου, ανέλυσε σε συνέντευξή του στη “Θεσσαλονίκη” ο υφυπουργός Εσωτερικών, αρμόδιος για την Μακεδονία και την Θράκης Κωνσταντίνος Γκιουλέκας.
Έδωσε, επίσης, έμφαση στην επιτακτική ανάγκη δημιουργίας Έδρας Σπουδών Μεγάλου Αλεξάνδρου και αναβαθμισμένου Κέντρου Αριστοτελικών Σπουδών, αλλά και στην ανάγκη να ανοίξει επιτέλους ο διάλογος για την Μητροπολιτική Θεσσαλονίκη.
-Είναι διαχρονική η συζήτηση, που «φουντώνει» μάλιστα ενόψει κάθε ανασχηματισμού, για τις αρμοδιότητες, τον ρόλο που τελικά διαδραματίζει το υφυπουργείο Μακεδονίας – Θράκης. Στη Βόρεια Ελλάδα εξακολουθούμε να το αποκαλούμε ΥΜΑΘ, δηλαδή υπουργείο Μακεδονίας – Θράκης. Πιστεύετε ότι θα πρέπει να ενισχυθούν οι αρμοδιότητες του, ώστε να έχει έναν πιο ουσιαστικό ρόλο;
“Πιστεύω στη δύναμη της αποτελεσματικότητας, στα λίγα λόγια και στην πολλή δουλειά. Υπό αυτό το πρίσμα χρειάζονται στρατηγικά βήματα τόσο από όλους εμάς στο ΥΜΑΘ όσο και από όλους τους φορείς της Βορείου Ελλάδος.
Ας δείξουμε, λοιπόν, τι πρωτοβουλίες μπορούμε να πάρουμε, ας παράξουμε χειροπιαστά αποτελέσματα που θα κάνουν καλύτερη την καθημερινότητα των συμπολιτών μας.
Όλα τα υπόλοιπα αφορούν σε μια απόφαση της κεντρικής Κυβέρνησης. Και οι αποφάσεις λαμβάνονται με βάση τις ανάγκες αλλά και τα αποτελέσματα.
Οι αρμοδιότητες του ΥΜΑΘ είναι συγκεκριμένες. Οι δυνατότητες, όμως, είναι πάρα πολλές και πολύ σημαντικές. Το ΥΜΑΘ είναι το μόνο κυβερνητικό κλιμάκιο στην Βόρειο Ελλάδα, με αρμοδιότητα τα θέματα της Μακεδονίας και την Θράκης και, εκ των πραγμάτων, διαδραματίζει έναν ρόλο συντονιστικό. Συνεργάζεται με όλα τα Υπουργεία, με όλους τους φορείς, και, οφείλω να σημειώσω, ότι αυτή η συνεργασία είναι άριστη τόσο όσων αφορά σε τοπικό επίπεδο (Περιφέρειες, Δήμοι, Επιμελητήρια, κ.α) όσο και σε κεντρικό επίπεδο.
Έχουν, ήδη, έλθει στην Θεσσαλονίκη πάρα πολλοί Υπουργοί και σε συναντήσεις εργασίας που είχαμε στο Διοικητήριο προωθούμε λύσεις πιο γρήγορα, πιο άμεσα για τα ζητήματα που αφορούν στον χώρο ευθύνης μας. Επομένως, κινούμαστε σε αυτό το πλαίσιο και, η εντολή του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη να ανεβάσουμε πιο ψηλά την Μακεδονία και την Θράκη, περιλαμβάνει, πέρα από το έμπρακτο ενδιαφέρον του ιδίου, και την βούλησή του να προωθήσει πιο αποτελεσματικά λύσεις που αφορούν στον βορειοελλαδικό χώρο.
Ας μην ξεχνάμε ότι η Μακεδονία και η Θράκη δεν είναι απλώς τρεις διοικητικές Περιφέρειες της πατρίδας μας αλλά μια περιοχή με τεράστιες δυνατότητες, τεράστιες προοπτικές αλλά και πολλές ευαισθησίες. Τα πλεονεκτήματα της περιοχής μας είναι αυτά που δημιουργούν μια ιδιαίτερη δυναμική και οδηγούν στο ασφαλές συμπέρασμα ότι νομοτελειακά η Μακεδονία και η Θράκη και, ασφαλώς, η πρωτεύουσα της Μακεδονίας, η Θεσσαλονίκη, θα πρωταγωνιστήσουν πολύ έντονα σε ολόκληρη τη Νοτιοανατολική Ευρώπη.
Αυτό το αποδεικνύουν οι μεγάλες ξένες επενδύσεις που γίνονται στην Θεσσαλονίκη (Pfizer, Microsoft, Deloitte, Demand, Deutsche Telekom), το εξασφαλίζουν η εγγύτητα με τις μεγαλύτερες πόλεις των όμορων κρατών (Σόφια, Σκόπια, Βελιγράδι, Κωνσταντινούπολη, Βουκουρέστι, Τίρανα), τα τρία μεγάλα λιμάνια, το δεύτερο μεγαλύτερο της χώρας, το λιμάνι της Θεσσαλονίκης, το λιμάνι της Καβάλας και το αναβαθμισμένο, ήδη, λιμάνι της Αλεξανδρούπολης, η Εγνατία Οδός και οι κάθετοι άξονες που συνδέουν ανατολή – δύση, Ασία – Ευρώπη και την Ελλάδα με τα όμορα κράτη, τα μεγάλα πανεπιστήμια, το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης – το μεγαλύτερο της χώρας και των Βαλκανίων – το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, το Διεθνές Πανεπιστήμιο της Ελλάδος, τα πανεπιστήμια της Δυτικής Μακεδονίας και της Θράκης, οι μεγάλες εμβληματικές επιχειρήσεις του βορειοελλαδικού χώρου, το ιδιαίτερα πλούσιο έμψυχο δυναμικό που υπάρχει εδώ. Οι μοναδικοί αρχαιολογικοι και πολιτιστικοί τόποι της ευρύτερης περιοχής, όπως η Βεργίνα, το Δίον, η Αμφίπολη, τα Στάγειρα, τα Άβδηρα, η Μαρώνεια, το μοναδικό θρησκευτικό φαινόμενο παγκοσμίως της Αθωνικής Χερσονήσου, του Αγίου Όρους.
Όλα τα παραπάνω είναι τα απαραίτητα συστατικά για να εξασφαλίσουν έναν πρωταγωνιστικό ρόλο στην Βόρειο Ελλάδα, να φέρουν πιο γρήγορα την ανάπτυξη. Είναι αυτά που έχουν αλλάξει την στάση της κεντρικής Κυβέρνησης προς την περιοχή μας, η οποία, με συγκεκριμένο τρόπο αποδεικνύει το έμπρακτο ενδιαφέρον της . Πολλά μεγάλα έργα παραδόθηκαν ή βρίσκονται στην φάση της υλοποίησής τους (ΜΕΤΡΟ Θεσσαλονίκης, Flyover, Παιδιατρικό Νοσοκομείο, Ογκολογικό Νοσοκομείο, άμεση αναβάθμιση, με πρόσθεση νέων διόδων διέλευσης οχημάτων στους συνοριακούς σταθμούς των Κήπων, των Ευζώνων, της Κρυσταλλοπηγής και της Κακαβιάς, στον χώρο της Ηπείρου, και πολλές άλλες πρωτοβουλίες που δεν βρίσκονται στην φάση απλώς των δηλώσεων αλλά της εφαρμογής και της υλοποίησής τους.
Όλα αυτά δημιουργούν και τις προϋποθέσεις μιας γενικότερης αναβάθμισης της αντιμετώπισης, και σε πολιτικό επίπεδο, του ρόλου που διαδραματίζει η Βόρεια Ελλάδα.
Είναι επιτακτική ανάγκη να προχωρήσουμε πολύ γρήγορα προς τα εμπρός. Το επιβάλλουν λόγοι κοινωνικοί, πολιτικοί, αλλά, πάνω απ’όλα λόγοι πολιτικοί, λόγοι εθνικοί.
Σε ό,τι με αφορά, καταθέτω διαρκώς τις προτάσεις μου, σε συνεργασία με τον Υπουργό εσωτερικών Θεόδωρο Λιβάνιο, στον Πρωθυπουργό για όλα όσα θα οδηγήσουν στην συνολική αναβάθμιση της Μακεδονίας και της Θράκης. Σε όλα τα επίπεδα και, βεβαίως και πρωτίστως και σε πολιτικό επίπεδο.
-Από την άλλη, από τη μέχρι τώρα θητεία σας αποδεικνύεται ότι τις θέσεις τις κάνουν τελικά και οι άνθρωποι. Συντονιστικό για το Flyover, συσκέψεις φορέων για τα κυκλοφοριακά μας προβλήματα, συζητήσεις με τους τρεις περιφερειάρχες και με αντιπεριφερειάρχες για ανοιχτά «ζητήματα» της Μακεδονίας και της Θράκης κ.α. Ποιο εκτιμάτε ότι είναι το πιο σημαντικό αποτέλεσμα όλης αυτής της δραστηριότητας;
“Αυτό που προτάσσουμε ως τη μεγαλύτερη επιτυχία του Συντονιστικού Συμβουλίου για την Θεσσαλονίκη είναι ότι όλη η πόλη λειτουργεί ενωμένα και συντονισμένα. Είναι σημαντικό το γεγονός ότι οι εκπρόσωποι των φορέων της Θεσσαλονίκης καθόμαστε κάθε 15 ημέρες γύρω από ένα τραπέζι, συζητούμε, ανταλλάσουμε απόψεις και επιλύουμε τα ζητήματα ενωμένοι, μέσα από συντονισμένες κινήσεις και ομόφωνες αποφάσεις. Η βελτίωση που υπάρχει στην καθημερινότητα της πόλης μας είναι προϊόν αυτής της συνεννόησης.
Μιας συνεννόησης που ενώ για πολλούς φαντάζει ότι θα έπρεπε να είναι αυτονόητη, εν τούτοις, πολλές φορές διαπιστώσαμε στο παρελθόν ότι ήταν το ζητούμενο.
Ακόμη και για μεγάλα έργα υποδομής, όπως το ΜΕΤΡΟ της Θεσσαλονίκης, το οποίο παραδόθηκε στις 30 Νοεμβρίου και το χρησιμοποιούν πλέον οι Θεσσαλονικείς, υπήρχε διχογνωμία και πολυφωνία. Πλέον αυτό έπαψε να ισχύει, όπως αποδεικνύει η ομόνοια και η παραδοχή όλων των φορέων για την αναγκαιότητα και την χρησιμότητα να διεκδικούμε όλοι μαζί τα απαραίτητα μεγάλα έργα υποδομής. Ένα κλασικό παράδειγμα είναι ο υπό κατασκευή Fly Over. Μέσα από το υψηλό επίπεδο συνεργασίας που έχουμε αναπτύξει γίνεται απολύτως κατανοητό ότι η Θεσσαλονίκη θα προχωρήσει μπροστά μόνο εφόσον βρισκόμαστε όλοι μαζί στην ίδια κατεύθυνση. Με διακριτούς ρόλους και ξεκάθαρες αρμοδιότητες ο καθένας. Μας ενώνει το καλό της πόλης, όπως το συμφέρον ολόκληρης της Μακεδονίας και της Θράκης και γι’ αυτό συνεργαζόμαστε, ο καθένας από τη θέση ευθύνης που του έχει ανατεθεί. Από αυτήν την συνεργασία έχω την εδραία πεποίθηση ότι θα υπάρχουν σημαντικά και μετρήσιμα αποτελέσματα. Θεωρώ ότι έφτασε η ώρα να μιλήσουμε, επιτέλους, για την δημιουργία ενός μοντέλου της Μητροπολιτικής Θεσσαλονίκης.
-Στις τοποθετήσεις σας κάνετε συχνά λόγο για το όραμά σας για τη Βόρεια Ελλάδα την οποία θα θέλατε, μεταξύ άλλων, να μετατραπεί σε «Κέντρο Παιδείας, Πολιτισμού και Καινοτομίας», σε «Διαμετακομιστικό Κέντρο», σε «Χρηματοοικονομικό Κέντρο». Με ποιο τρόπο θα μπορούσε να επιτευχθεί αυτό;
Η γειτνίαση με τα όμορα κράτη και τις μεγάλες αγορές που ανοίγονται πάνω από τα βόρεια και ανατολικά σύνορά μας, είναι το μεγάλο συγκριτικό πλεονέκτημά μας. Αυτό το οποίο μπορεί να καταστήσει την Μακεδονία και την Θράκη στρατηγικό χώρο επενδύσεων αλλά και ένα πραγματικό Κέντρο Διαμετακομιστικού Εμπορίου και Χρηματοοικονομικό Κέντρο για ολόκληρη την Χερσόνησο του Αίμου.
Παράλληλα, η περιοχή μας, με επίκεντρο την Θεσσαλονίκη, έχει όλες τις προϋποθέσεις να γίνει ένα πραγματικό Κέντρο Παιδείας, Πολιτισμού, ένας μοναδικός τουριστικός και θρησκευτικός προορισμός.
Για λόγους εθνικούς και ιστορικούς, δεν είναι δυνατόν να μην υπάρχει στην γενέθλια γη του μεγαλύτερου Έλληνα όλων των εποχών, του Μεγάλου Αλεξάνδρου, μια πανεπιστημιακή Έδρα σπουδών Μεγάλου Αλεξάνδρου, σε συνεργασία με τα πανεπιστήμια της περιοχής μας και με σύνδεση με πολλά ξένα πανεπιστήμια και, φυσικά, με την μεγάλη δύναμη του Ελληνισμού, την Ομογένειά μας. Εάν δεν υπάρχει στην Μακεδονία μια Έδρα Σπουδών Μεγάλου Αλεξάνδρου, εάν δεν προχωρήσουμε ώστε να υπάρχει ένα πολύ αναβαθμισμένο Κέντρο Αριστοτελικών Μελετών, στον τόπο που γεννήθηκε ο μεγαλύτερος φιλόσοφος όλων των εποχών, ο Αριστοτέλης, τότε που αλλού θα μπορούσαν να ιδρυθούν και να λειτουργήσουν τέτοιες έδρες και τέτοια ερευνητικά κέντρα; Το παρελθόν μας δεν αποτελεί μόνον μια τεράστια ιστορική κληρονομιά αλλά και έναν κινητήριο μοχλό για την μελλοντική πορεία μας. Είναι η κληρονομιά μας και θέλουμε να την αξιοποιήσουμε, πάντοτε σε συνεργασία με τους συναρμόδιους οργανισμούς και φορείς, όπως τα πανεπιστήμια και να την αξιοποιήσουμε με ον καλύτερο τρόπο προς όφελος ολόκληρης της Ελλάδας.
Ενισχυτικά στα παραπάνω, πρέπει να προχωρήσει και η πρωτοβουλία για την ίδρυση ενός Μουσείου Τύπου με έδρα τη Θεσσαλονίκη. Αυτήν την σκέψη την έχω μοιραστεί, ήδη, με την Ένωση Συντακτών Ημερήσιων Εφημερίδων Μακεδονίας-Θράκης, αφού στο συγκεκριμένο Μουσείο θα μπορεί κανείς να μάθει την ιστορία του Τύπου ολόκληρης της Ελλάδας. Άλλωστε υπάρχει πολύ υλικό και σημαντικά αρχεία που μπορούν να αξιοποιηθούν.
– Η ηγεσία της γειτονικής χώρας συνεχίζει να κινείται σε προκλητική γραμμή σε ό,τι αφορά τη Συμφωνία των Πρεσπών. Ο Σκοπιανός πρωθυπουργός Χρίστιαν Μίτσκοσκι, εδώ και σχεδόν επτά μήνες που βρίσκεται στην εξουσία, εμμένει να αναφέρεται στη χώρα του με το όνομα «Μακεδονία», παραλείποντας το συνταγματικό της όνομα. Τελικά, υπάρχει Συμφωνία, όταν αυτή τηρείται μονόπλευρα;
“Την Συμφωνία Τσίπρα-Ζάεφ, την γνωστή Συμφωνία των Πρεσπών, την είχαμε καταγγείλει ως Νέα Δημοκρατία, προβάλλοντας τον απολύτως βάσιμο ισχυρισμό ότι είναι μια εθνικά επιζήμια Συμφωνία για την πατρίδα μας. Αντίθετη σε αυτήν ήταν και παραμένει η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού που διαδήλωσε, σε μεγάλες συγκεντρώσεις, όταν προχωρούσε εκείνη η Συμφωνία, εκφράζοντας ανοιχτά την αντίρρησή του στην υπογραφή της. Η Κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και των Ανεξαρτήτων Ελλήνων αναγνώρισε ονομασία, πολιτισμό και γλώσσα στους βόρειους γείτονές μας, που δεν τους ανήκουν.
Δυστυχώς, οι Συμφωνίες, τις οποίες κάνει η κάθε Κυβέρνηση δεν δεσμεύουν μόνον αυτήν την Κυβέρνηση, αλλά ολόκληρη την χώρα. Η Ελλάδα παρατηρεί και καταγράφει την συμπεριφορά των Σκοπίων. Παράλληλα, όμως, παρατηρεί και η διεθνής κοινότητα την εθνικιστική ρητορική των Σκοπίων. Γεγονός, το οποίο η ελληνική Κυβέρνηση, ο ίδιος ο Πρωθυπουργός και ο Υπουργός Εξωτερικών θέτουν διαρκώς στους ομολόγους τους και, ιδιαίτερα, στο Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Διαμηνύσαμε, μάλιστα, στα Σκόπια, ότι θα πρέπει να ξεχάσουν την υποστήριξη της Ελλάδος στην ευρωπαϊκή προοπτική τους όσο συνεχίζουν αυτήν την επιθετική, αλαζονική και προσβλητική συμπεριφορά τους.